• Λεωφόρος Αλεξάνδρας 75, Αθήνα
  • 210 642 3262
  • contact@iter-legis.gr
  • Δεύτερα-Παρασκευή: 09.00 - 20.30

Συμβάσεις Εργασίας & εργασιακά θέματα

Οι δικηγόροι του γραφείου μας ασχολούνται συστηματικά με εργασιακά θέματα και μπορούν να σας παρέχουν νομική υποστήριξη σε περιπτώσεις παραβίασης εργασιακών δικαιωμάτων. Με συναίσθηση του κοινωνικού χαρακτήρα του δικηγορικού λειτουργήματος αναλαμβάνουμε υποθέσεις υπεράσπισης των εργαζομένων.

Είτε πρόκειται για προβλήματα με την πληρωμή των μισθών και των υπερωριών είτε για καταχρηστικές συμπεριφορές από την πλευρά της εργοδοσίας (μη χορήγηση αδειών, δυσμενείς μεταβολές κοκ) , είναι σημαντικό, ως εργαζόμενοι, να γνωρίζετε σε κάθε περίπτωση τα δικαιώματα σας, ώστε να μπορείτε να υπερασπιστείτε τα συμφέροντα σας.

Παρακάτω, μπορείτε να ενημερωθείτε για συνηθισμένα ζητήματα που απορρέουν από τις εργασιακές συμβάσεις και τα εργασιακά δικαιώματα που υπάρχουν ως προς τους όρους εργασίας, το ωράριο, τις άδειες που δικαιούται ένας εργαζόμενος, τις δυσμενείς μεταβολές κ.α.

Αν αναζητείτε δικηγόρο ειδικευμένο στο εργατικό δίκαιο, μπορείτε από εδώ να ενημερωθείτε για τις υπηρεσίες που προσφέρει το δικηγορικό γραφείο μας στον κλάδο αυτό και τη μεθοδολογία που ακολουθούμε.

Κατά την πάγια νομολογία των δικαστηρίων, η μη δηλωμένη εργασία δεν επηρεάζει τα δικαιώματα του εργαζομένου. Αυτός δικαιούται κάθε νόμιμη αξίωση, που έχει ένας αντίστοιχος εργαζόμενος με σύμβαση (δώρα, υπερωρίες, επιδόματα, αποζημίωση απόλυσης κλπ) κατά τις διατάξεις του αδικαιολόγητου πλουτισμού

O εργοδότης ασκώντας το διευθυντικό δικαίωμα έχει την εξουσία να ορίζει τον τρόπο με τον οποίο ο εργαζόμενος παρέχει την εργασία του, δηλαδή τον τόπο, τον χρόνο και όλες τις υπόλοιπες συνθήκες εργασίας. Το εργοδοτικό δικαίωμα αυτό υπόκειται όμως σε περιορισμούς και δεν μπορεί να ασκείται καταχρηστικά ή προσβάλλοντας την προσωπικότητα του εργαζομένου.

Κάθε τροποποίηση της συμβάσεως εργασίας (ως προς τον τόπο εργασία, τον χρόνο και όλες τις άλλες παραμέτρους) η οποία προκαλεί υλική ή ηθική ζημία στον εργαζόμενο, θεωρείται μονομερής βλαπτική μεταβολή.

Ενδεικτικά, έχει κριθεί ότι αποτελούν μονομερή βλαπτική μεταβολή οι εξής περιπτώσεις:

  • καθυστέρηση πληρωμής, ώστε ο εργαζόμενος να εξωθηθεί στην παραίτηση
  • ανάκληση πρόσθετης οικειοθελούς παροχής εκ μέρους του εργοδότη, η οποία έχει καταστεί μισθός.
  • ανάθεση κατώτερων καθηκόντων με αποτέλεσμα την ηθική μείωση του εργαζομένου.
  • διακοπή της μεταφοράς του εργαζόμενου με όχημα του εργοδότη.
  • μεταβολή του είδους της εργασίας.
  • μείωση ωρών εργασίας με αντίστοιχη μείωση του μισθού

Ο εργαζόμενος στον οποίο τροποποιείται καταχρηστικά ή παράνομα όρος της εργασιακής του σύμβασης έχει τις εξής δυνατότητες:

  • Nα δεχτεί την τροποποίηση.
  • Να θεωρήσει ότι η τροποποίηση αυτή συνιστά καταγγελία της σύμβασης εργασίας του και να απαιτήσει την νόμιμη αποζημίωση απόλυσης του.
  • Να συνεχίσει να προσφέρει την εργασία του βάσει των συμφωνηθέντων όρων και αν ο εργοδότης αρνείται να την αποδεχθεί να διεκδικήσει τους μισθούς υπερημερίας και τη συμμόρφωση του. Προς το σκοπό αυτό, μπορεί να προσφύγει στις δικαστικές αρχές ώστε ο εργοδότης να υποχρεωθεί να αποδέχεται την εργασία του.
Στην τελευταία περίπτωση, είναι σημαντικό ο εργαζόμενος να εναντιωθεί άμεσα στην μεταβολή των όρων εργασίας του, καθώς αν μεσολαβήσει σημαντικό χρονικό διάστημα, ο εργοδότης θα μπορεί να υποστηρίξει ότι ο εργαζόμενος συναίνεσε στην μεταβολή και να αποστερηθεί των δικαιωμάτων του. Γι’ αυτό σε τέτοια περίπτωση συνιστούμε να επικοινωνήσετε γρήγορα με το γραφείο μας, ώστε να σας παρέχει εξατομικευμένες συμβουλές ένας συνεργάτης δικηγόρος που ασχολείται με το εργατικό δίκαιο.

Η μείωση του μισθού απαιτεί συμφωνία του εργαζόμενου και δεν μπορεί ληφθεί από τον εργοδότη αποκλειστικά. Συνεπώς, σε περίπτωση μείωσης του μισθού ο εργαζόμενος δικαιούται είτε να θεωρήσει τη μείωση ως καταγγελία της σύμβασης της εργασίας του και να ζητήσει την αποζημίωση απόλυσης είτε να συνεχίσει να προσφέρει την εργασία του με τους προηγούμενους συμφωνηθέντες όρους, διεκδικώντας από τον εργοδότη τη τήρηση αυτών.

Σε περίπτωση που ο εργοδότης καθυστερεί την πληρωμή του μισθού του εργαζομένου μπορεί να κριθεί ότι η συμπεριφορά αυτή είναι καταχρηστική με σκοπό τον εξαναγκασμό του εργαζόμενου σε παραίτηση και ο εργαζόμενος να ασκήσει τα δικαιώματα της παραπάνω ενότητας.

Επίσης, ακόμα και αν η καθυστέρηση οφείλεται σε οικονομικά προβλήματα της επιχείρησης, αν ξεπερνά τους 2 μήνες τότε θεωρείται μονομερής βλαπτική μεταβολή των όρων εργασίας και μπορεί και, πάλι, ο εργαζόμενος, να ασκήσει τα σχετικά δικαιώματα και ιδίως να ζητήσει την νόμιμη αποζημίωση απόλυσης του, να εγγραφούν στον ΟΑΕΔ κοκ.

Όχι. Η μετατροπή σύμβασης πλήρους εργασίας σε μερική γίνεται μόνο κατόπιν συμφωνίας εργαζόμενου και εργοδότη και δεν μπορεί να αποφασίσει αυτήν ο εργοδότης αποκλειστικά. Σε περίπτωση, που ο εργοδότης παράνομα λάβει τέτοια απόφαση, ο εργαζόμενος μπορεί να προβεί στις ενέργειες που αναφέρουμε για τη μονομερή βλαπτική μεταβολή συνθηκών.

Στη σύμβαση εργασίας δεν είναι απαραίτητο να αναγράφεται το ακριβές ωράριο του εργαζόμενου, μπορεί για παράδειγμα να αναγράφονται απλώς οι συνολικές εβδομαδιαίες ώρες. Αν συνεπώς, δεν αναγράφεται στη σύμβαση εργασίας το ακριβές ωράριο ο εργαζόμενος δύναται να το τροποποιήσει. Βέβαια, ακόμα και αν αναγράφεται το ωράριο, ο εργοδότης ως ασκών το διευθυντικό δικαίωμα δύναται να επιβάλει τροποποιήσεις σε αυτό. Το δικαίωμα αυτό όμως θα πρέπει να ασκείται καλόπιστα. Δηλαδή η τροποποίηση του ωραρίου θα πρέπει να εξυπηρετεί ανάγκες της επιχειρήσεις και να μην επιφέρει δυσμενή μεταβολή για τον εργαζόμενο.

Με βάση το νέο νόμο 4808/2021, το διάλειμμα μπορεί να χορηγηθεί μετά από 4 ώρες εργασίας (στο προηγούμενο καθεστώς ήταν 6) και πρέπει να διαρκεί τουλάχιστον 15 λεπτά και μέγιστη διάρκεια είναι τα τριάντα λεπτά. Δεν μπορεί επίσης να χορηγείται στο τέλος ή στην αρχή της εργασίας.

Ο χρόνος του διαλείμματος δεν αποτελεί χρόνο εργασίας.

Με το νέο νομοσχέδιο για τα εργασιακά, νόμος 4808/2021, πλήρες συμβατικό ωράριο εργασίας ανέρχεται στις 40 ώρες την εβδομάδα για κάθε εργαζόμενο.Ως προς το ημερήσιο ωράριο υπάρχουν οι εξής επιλογές:

  • σε πενθήμερη εργασία αυτό σημαίνει 8 ώρες την ημέρα και
  • σε εξαήμερη εργασία σημαίνει έξι ώρες και 40 λεπτά την ημέρα.
  • κατόπιν επιλογής του εργαζομένου, δυνατότητα εργασίας 10 ώρες την ημέρα για 4 ημέρες. δεν είναι επιτρεπτή η απασχόληση πέραν των 10 ωρών ημερησίως και των 40 ωρών εβδομαδιαίως που κατανέμεται σε 4ήμερη βάση

Για τους εργαζόμενους με 5ημερη εργασία ανά εβδομάδα:

  • ως υπερεργασία ορίζονται πρώτες 5 ώρες εργασίας μετά το νόμιμο ωράριο των 40 ωρών εργασίας την εβδομάδα.
  • ως υπερωρία ορίζεται κάθε ώρα εργασίας μετά τις 45 ώρες εργασίας την εβδομάδα.

Για τους εργαζόμενους με 6ήμερη εργασία ανά εβδομάδα:

  • ως υπερεργασία ορίζονται οι πρώτες 8 ώρες εργασίας μετά το νόμιμο ωράριο των 40 ωρών εργασίας ανά εβδομάδα.
  • ως υπερωρία ορίζεται κάθε ώρα εργασίας μετά τις 48 ώρες εργασίας την εβδομάδα.

Οι ώρες της υπερεργασίας πληρώνονται με προσαύξηση 20% του ωρομισθίου και οι ώρες υπερωρίας πληρώνονται με προσαύξηση 40%.

Αν ένας εργαζόμενος υπερβεί τις 3 ώρες υπερωριών την ημέρα ή τις 150 ώρες υπερωριών το έτος, τότε πληρώνεται για κάθε υπερωρία με προσαύξηση 150%.

Αν η υπερωρία δεν έχει αναγγελθεί μέσω του εντύπου Ε8 στην αρμόδια επιθεώρηση εργασίας πριν την πραγματοποίηση της ή κατά τη διάρκεια αυτής τότε είναι παράνομη υπερωρία και πληρώνεται με προσαύξηση 150%.

Προβλέπεται επίσης ότι με αποφάσεις του αρμοδίου οργάνου του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, δύναται να χορηγείται κατά περίπτωση άδεια υπερωριακής απασχόλησης των μισθωτών όλων των επιχειρήσεων και εργασιών, επιπλέον των επιτρεπόμενων ανωτάτων ορίων υπερωριακής απασχόλησης ετησίως της παρ. 3, σε περιπτώσεις επείγουσας φύσης εργασίας, η εκτέλεση της οποίας κρίνεται απολύτως επιβεβλημένη και δεν επιδέχεται αναβολή. Για την κατά τα ανωτέρω υπερωριακή απασχόληση, οι μισθωτοί δικαιούνται αμοιβή ίση με το καταβαλλόμενο ωρομίσθιο προσαυξημένο κατά εξήντα τοις εκατό (60%).

Για θέματα αδειών, ενσήμων και πρόσθετης εργασίας σε εργαζόμενους μερικής απασχόλησης ενημερωθείτε ειδικότερα από εδώ.

1) Εργασία κατά την Κυριακή είναι η εργασία που προσφέρεται από τις 24:00 του Σαββάτου ως τις 24:00 της Κυριακής. Για την εργασία την Κυριακή παρέχεται πρόσθετη αμοιβή, η οποία ανέρχεται στο 75% του 1/25 του νομίμου μηνιαίου μισθού ή ημερομισθίου.

Αν η εργασία υπερβαίνει τις 5 ώρες, ο εργαζόμενος δικαιούται αναπληρωματική ανάπαυση διάρκειας 24 συνεχόμενων ωρών σε άλλη ημέρα της εβδομάδας που ακολουθεί. Σε περίπτωση βέβαια που στερείται και την εβδομαδιαία ανάπαυση, ο εργαζόμενος αυτός δικαιούται και το 1/25 του καταβαλλόμενου μισθού του

2) Οι εργαζόμενοι που προσφέρουν εργασία στις εξαιρέσιμες εορτές δικαιούνται να λάβουν:

  • αν αμείβονται με ημερομίσθιο, το 75% του νομίμου ημερομισθίου.
  • αν αμείβονται με μηνιαίο μισθό:
    • προσαύξηση­ 75% ­επί του νομίμου 1/25 ­του μισθού τους, αν πρόκειται για επιχειρήσεις που δεν υπάγονται στις διατάξεις περί Κυριακής αργίας
    • προσαύξηση ­75% και το­ 1/25 ­του καταβαλλόμενου μισθού τους, εφόσον πρόκειται για επιχειρήσεις που υπάγονται στις διατάξεις περί Κυριακής αργίας και λειτουργούν έκτακτα, με άδεια της Επιθεώρησης Εργασίας.

3) Αν ο εργαζόμενος προσφέρει εργασία κατά την Κυριακή και συμπίπτει ταυτόχρονα Αργία δικαιούται

  • αν λαμβάνει ημερομίσθιο, το καταβαλλόμενο ημερομίσθιο και προσαύξηση 75% που θα υπολογισθεί επί του νομίμου ημερομισθίου του και μια ημέρα άδεια σε άλλη εργάσιμη ημέρα της εβδομάδας.
  • αν λαμβάνει μηνιαίο μισθό, προσαύξηση 75% του νομίμου μισθού τους και μια ημέρα άδεια σε άλλη εργάσιμη ημέρα της εβδομάδας, είτε πρόκειται για επιχειρήσεις που υπάγονται στις διατάξεις περί υποχρεωτικής ανάπαυσης την Κυριακή και τις ημέρες αργίας είτε για επιχειρήσεις που δεν υπάγονται στις διατάξεις αυτές.

Νυκτερινή είναι η εργασία που προσφέρεται από τις 10 το βράδυ, μέχρι τις 6 το πρωί.

Οι εργαζόμενοι που πραγματοποιούν νυχτερινή εργασία, δικαιούνται να λάβουν το θεσπισμένο ελάχιστο όριο του ημερομισθίου προσαυξημένο κατά 25% που υπολογίζεται στο υποχρεωτικώς θεσπισμένο ελάχιστο όριο ημερομισθίου. Δηλαδή η προσαύξηση 25% για την παροχή νυκτερινής εργασίας υπολογίζεται επί του νόμιμου ημερομισθίου ή του 1/25 του νόμιμου μηνιαίου μισθού, ανάλογα με τον τρόπο πληρωμής, που προβλέπεται για κάθε κατηγορία απ’ αυτούς και όχι επί των τυχόν μεγαλύτερων αποδοχών που καταβάλλονται από τον εργοδότη.
Αν η νυκτερινή εργασία συμπέσει με ημέρα Κυριακής ή εξαιρέσιμης εορτής, στην περίπτωση αυτή καταβάλλεται επιπλέον της προσαύξησης 25% και η προσαύξηση 75%, δηλαδή οφείλονται και οι δύο προσαυξήσεις αθροιστικά, όμως, ο υπολογισμός της καθεμίας γίνεται αυτοτελώς (υπολογίζονται χωριστά και στη συνέχεια προστίθενται).

Οι συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου χρησιμοποιούνται συχνά από τους εργοδότες για την καταστρατήγηση των εργατικών δικαιωμάτων, καθώς στην πράξη συνάπτουν με τους εργαζόμενους συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου, ώστε να τους αποστερούν από τα δικαιώματα, που αυτοί θα λάμβαναν ως εργαζόμενοι πλήρους απασχόλησης (αποζημίωση απόλυσης κλπ).

Κατά τη νομοθεσία ισχύουν τα εξής ως προς τη μετατροπή μιας σύμβασης ορισμένου χρόνου σε αορίστου:

  • Αν η χρονική διάρκεια των συμβάσεων ξεπερνά τα 3 έτη
  • Αν η χρονική διάρκεια των συμβάσεων δεν ξεπερνά τα 3 έτη, αλλά ο αριθμός των ανανεώσεων/διαδοχικών συμβάσεων υπερβαίνει τις 3.

Αν συμβαίνουν ένα από τα δύο παραπάνω, τότε ο εργαζόμενος δικαιούται να διεκδικήσει την μετατροπή της σύμβασης του σε αορίστου χρόνου, καθώς τεκμαίρεται ότι πρόκειται περί αορίστου χρόνου και ως εκ τούτου δικαιούται όλα τα σχετικά δικαιώματα ωσάν είχε σύμβαση αορίστου χρόνου.

Οι εξαιρέσεις από τα παραπάνω που έχουν προβλεφθεί είναι οι εξής:

  • αν μεσολαβούν 45 ημέρες κενό ανάμεσα στις διαδοχικές συμβάσεις, τότε δεν εφαρμόζονται τα ανωτέρω και υπάρχουν συμβάσεις ορισμένου χρόνου,
  • αν υπάρχει αντικειμενικός λόγος που οφείλεται σε ειδικές περιστάσεις (π.χ. προσωρινή σώρευση εργασίας, πραγματοποίηση συγκεκριμένου έργου κλπ). Θα πρέπει όμως οι ειδικές περιστάσεις που δικαιολογούν τον αντικειμενικό λόγο της ορισμένης διάρκειας της σύμβασης να αναγράφονται σε αυτήν ή να απορρέουν εξ αυτής.

Ένας εργαζόμενος δικαιούται τις εξής άδειες:

  • ετήσια κανονική άδεια: τη δικαιούται κάθε εργαζόμενος είτε αορίστου είτε ορισμένου χρόνου. Ο εργαζόμενος λαμβάνει τις συνήθειες αποδοχές που θα λάμβανε αν εργαζόταν
  • άδεια μητρότητας
  • άδεια πατρότητας
  • άδεια προγεννητικών εξετάσεων
  • άδεια γάμου
  • άδεια για μονογονεϊκές οικογένειες
  • άδεια φροντιστή
  • άδεια λόγω ασθένειας παιδιού ή άλλου εξαρτώμενου μέλους
  • άδεια λόγω νοσηλείας των παιδιών
  • άδεια λόγω σοβαρών νοσημάτων των παιδιών
  • άδεια για παρακολούθηση σχολικής επίδοσης
  • άδεια για μετάγγιση αίματος/αιμοκάθαρση
  • άδεια για μεταπτυχιακό/σπουδές
  • άδεια άνευ αποδοχών

Στην περίπτωση που ο εργοδότης δεν χορηγεί στον εργαζόμενο την άδεια που δικαιούται, τότε του οφείλει κατά τη λήξη του έτους το αναλογούν επίδομα αδείας και τις αντίστοιχες των ημερών που ο εργαζόμενος δεν έλαβε άδεια αποδοχές, προσαυξημένες κατά 100%.

Όχι, στις ημέρες άδειας υπολογίζονται μόνο οι εργάσιμες ημέρες, σε περίπτωση 5ήμερης εργασίας δεν υπολογίζεται ούτε η έκτη ημέρα.

Δεν μπορεί ο εργοδότης να υποχρεώσει τον εργαζόμενο πότε θα λάβει άδεια, καθώς η λήψη της άδειας απαιτεί τη συμφωνία των δύο μερών και δεν είναι μονομερές διευθυντικό δικαίωμα. Ο εργοδότης υποχρεούται να δώσει την άδεια στον εργαζόμενο 2 μήνες από την ημερομηνία που θα ζητήσει αυτήν εγγράφως.

Ακόμα κατηγορηματικά αναφέρουμε ότι δεν μπορεί ο εργοδότης να υποχρεώσει τον εργαζόμενο να λάβει άδεια άνευ αποδοχών, καθώς αυτή δίνεται μόνο κατόπιν επιθυμίας του εργαζόμενου (με την επιφύλαξη εκτάκτων μέτρων για την αντιμετώπιση της πανδημίας, σε επιχειρήσεις που πλήττονται εξ αυτής).

Οι εργατικές αξιώσεις παραγράφονται ανά κατηγορία ως εξής:

  • για τους μισθούς, τα επιδόματα εορτών, τις υπερωρίες υπάρχει 5ετής παραγραφή από τη λήξη του έτους εντός του οποίου γεννήθηκε η σχετική αξίωση
  • για την παράνομη εργασία σε ημέρες εβδομαδιαίας ανάπαυσης (Κυριακή), υπάρχει 20ετής παραγραφή
  • για μισθούς εργαζομένου στο Δημόσιο υπάρχει 2ετής παραγραφή, από τη λήξη του έτους εντός του οποίου γεννήθηκε η σχετική αξίωση