• Λεωφόρος Αλεξάνδρας 75, Αθήνα
  • 210 642 3262
  • contact@iter-legis.gr
  • Δεύτερα-Παρασκευή: 09.00 - 20.30

Αποφάσεις

Αποζημίωση ηθικής βλάβης λόγω συκοφαντικής δυσφήμισης

  • Αποτελεσματική Νομική Υποστήριξη
  • Εμπειρία Χειρισμού Υποθέσεων
  • Προσιτή πολιτική

Αν αναζητείτε δικηγόρο για υπόθεση συκοφαντικής δυσφήμισης, μπορείτε να απευθυνθείτε στο γραφείο μας ώστε να σας συμβουλεύσουμε και υποστηρίξουμε νομικά.

Το αδίκημα της συκοφαντικής δυσφήμισης στον Ποινικό Κώδικα συνίσταται στη διάδοση και προβολή ψευδών ισχυρισμών ενώπιον τρίτου για ένα πρόσωπο, οι οποίοι βλάπτουν την τιμή και την υπόληψη του.

Το θύμα της συκοφαντικής δυσφήμησης μπορεί να βρεθεί αντιμέτωπο με σοβαρή προσβολή της προσωπικότητα του, η οποία να το πλήττει στον κοινωνικό και επαγγελματικό του κύκλο, προκαλώντας του σοβαρές δυσχέρειες λόγω των ψευδών και για τούτο τα δικαιώματα του προστατεύονται από την έννομη τάξη με διάφορες οδούς, όπως αναλύεται κατωτέρω.

Περισσότερα για τη δυσφήμιση μέσω διαδικτύου διαβάστε εδώ.

Πότε στοιχειοθετείται η συκοφαντική δυσφήμιση;

Συκοφαντική δυσφήμιση μπορεί να αποτελέσει κάθε εκφορά (ισχυρισμός – διάδοση) ενώπιον τρίτου η οποία αντίκειται στη ηθική και την ευπρέπεια, είναι αντικειμενικά ψευδής, και έχει ως σκοπό την προσβολή της τιμής και της υπόληψης του προσώπου.

Ως ισχυρισμός θεωρείται η ανακοίνωση προερχόμενη εξ’ ιδίας πεποιθήσεως ή γνώμης ή εκ μετάδοσης από τρίτο πρόσωπο.

Αντίθετα διάδοση υφίσταται, όταν λάβει χώρα μετάδοση της από άλλον γενόμενης ανακοίνωσης. Ο ισχυρισμός ή η διάδοση επιβάλλεται να γίνεται ενώπιον τρίτου. Αυτό το οποίο αξιολογείται είναι το γεγονός, δηλαδή οποιοδήποτε συμβάν του εξωτερικού κόσμου, αναγόμενο στο παρόν και στο παρελθόν, υποπίπτον στις αισθήσεις και δυνάμενο να αποδειχθεί, που να αντίκειται προς την ηθική και στην ευπρέπεια (ΑΠ 871/2007 ΠοινΧρ ΝΗ, 242 επ.).

Ο ισχυρισμός ή η διάδοση πρέπει να είναι ψευδής, αλλά και να έχει ο υπαίτιος γνώση ότι είναι ψευδής.

Παράλληλα, απαιτείται και άμεσος δόλος, που περιλαμβάνει αναγκαία την ηθελημένη ενέργεια της διάδοσης ψευδούς γεγονότος και τη γνώση ότι τέτοια διάδοση δύναται να βλάψει την τιμή και την υπόληψη εκείνου στον οποίο αποδίδεται, ακόμα δε τη γνώση ότι αυτό το γεγονός είναι ψευδές.

Τι ισχύει αν το γεγονός είναι αληθινό;

Αν το γεγονός που ισχυρίστηκε ή διάδωσε ο δράστης είναι αληθινό, τότε δεν τίθεται ζήτημα συκοφαντικής δυσφήμησης, αλλά πρέπει να εξεταστεί αν πληρούται το αδίκημα της δυσφήμησης.

Ποια είναι η ποινή που επιβάλλεται για το αδίκημα αυτό;

Κατά τον Ποινικό Κώδικα, όπως τροποποιήθηκε το 2019, η ποινή που προβλέπεται για τη συκοφαντική δυσφήμηση είναι φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών και χρηματική ποινή. Σε περίπτωση, δε, που έχει τελεστεί η πράξη μέσω διαδικτύου ή δημόσια, η φυλάκιση ορίζεται σε τουλάχιστον 6 μήνες.

Ποια είναι η προστασία σε περίπτωση συκοφαντικής δυσφήμισης;

Σε περίπτωση, συκοφαντικής δυσφήμισης, ο παθών έχει τις ακόλουθες νομικές οδούς για την προστασία του, που μπορεί να ακολουθήσει διαζευκτικά ή παράλληλα:

α) Υποβολή Έγκλησης: Η έγκληση, ή όπως πιο συχνά αναφέρεται στο δημόσιο λόγο μήνυση, πρέπει να υποβληθεί εντός τριών μηνών από την ημερομηνία που πληροφορήθηκε ότι τελέστηκε η συκοφαντία εις βάρος του, διαφορετικά χάνεται η δυνατότητα προσφυγής στις ποινικές αρχές. Για αυτό απαιτείται προσοχή και γρήγορη προσφυγή σε δικηγόρο ούτως ώστε να μην απολεσθεί η σύντομη αυτή προθεσμία.

β) Άσκηση Αγωγής: Η κατάθεση της αγωγής έχει ως στόχο αφενός να παύσει ο εναγόμενος να προσβάλλει την υπόληψη του ενάγοντος αφετέρου την αποζημίωση του παθόντος από την προσβολή της προσωπικότητας (προστατευόμενο αγαθό είναι εν προκειμένω η τιμή του παθόντος, η οποία βλάπτεται)  εξαιτίας της συκοφαντίας με την επιδίκαση χρηματικής αποζημίωσης για την ηθική του βλάβη. Το ύψος της αποζημίωσης κρίνεται από τις ειδικότερες περιστάσεις κάθε περίπτωσης.

γ) Ασφαλιστικά Μέτρα: Σε περιπτώσεις, επαναλαμβανόμενων συκοφαντικών διαδόσεων, ο παθών μπορεί να αιτηθεί την άμεση προστασία του ζητώντας την έκδοση δικαστικής απόφασης με την οποία να διατάσσεται να απόσχει ο καθ’ ου από τις πράξεις αυτές, άλλως να επιβληθούν μέτρα όπως η προσωποκράτηση, η επιβολή χρηματικής ποινής κοκ.

Πώς μπορεί να κριθεί αθώος ο δράστης συκοφαντικής δυσφήμισης;

Κατά το άρθρο 367 ΠΚ, δεν αποτελούν άδικη πράξη οι εκδηλώσεις που γίνονται για την εκτέλεση των νόμιμων καθηκόντων, την άσκηση νόμιμης εξουσίας ή για τη διαφύλαξη δικαιώματος ή από άλλο δικαιολογημένο ενδιαφέρον.

Προϋποθέσεις δε, εφαρμογής του άρθρου 367 παρ. 1 εδ. γ’ ΠΚ είναι:

α) το είδος και ο τρόπος της διαφύλαξης να ανταποκρίνεται στη σημασία του προστατευόμενου δικαιολογημένου ενδιαφέροντος,

β) το δικαιολογημένο ενδιαφέρον να μη μπορεί να προστατευθεί αλλιώς και

γ) πρέπει αντικειμενικώς ο δράστης να κινήθηκε από το δικαιολογημένο ενδιαφέρον και υποκειμενικώς να υπάρχει σ’ αυτόν σκοπός να διαφυλάξει το δικαιολογημένο ενδιαφέρον.

Η ως άνω διάταξη τελεί υπό την αίρεση και την προϋπόθεση της μη ύπαρξης σκοπού εξύβρισης, δηλαδή σκοπού που κατευθύνεται ειδικά στην προσβολή της τιμής άλλου και ο οποίος σκοπός υπάρχει, όταν προκύπτει ότι ο τρόπος αυτός δεν ήταν αναγκαίος για να αποδοθεί όπως έπρεπε αντικειμενικά το περιεχόμενο της σκέψης του δράστη, για την εκτέλεση του νόμιμου καθήκοντος του. Για τη διακρίβωση δε, της ύπαρξης του ως άνω σκοπού, το δικαστήριο πρέπει να προσανατολιστεί στο σύνολο του κειμένου και το ειδικό περιεχόμενο της συνολικής ενέργειας του αυτουργού, για να κριθεί το είδος και η μορφή της διαφύλαξης ή προστασίας δικαιώματος, ή εκτέλεσης καθήκοντος, λόγω του οποίου υποχρεώθηκε να εκφρασθεί κατά μη ευπρεπή τρόπο (ΑΠ 531/2014 δημ. ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 162/93 ΠΧ ΜΓ 159).

Επικοινωνία

Αν αναζητείτε δικηγόρο για υπόθεση συκοφαντικής δυσφήμησης (υποβολή μήνυσης ή υπεράσπιση κατηγορούμενου) μπορείτε να επικοινωνήσετε με το γραφείο μας:

Προς διευκόλυνση σας παρέχουμε επίσης τη δυνατότητα να προγραμματίσετε εύκολα και γρήγορα το ραντεβού σας online:

Δείτε τις νομικές υπηρεσίες που παρέχει το γραφείο μας στο Ποινικό Δίκαιο:

 

Ακολουθούν περικοπές υπόθεσης υποστήριξης εναγομένου σε αγωγή για συκοφαντική δυσφήμιση, που χειρίστηκε το γραφείο μας:

Ειδικότερα, κατά φυσικού προσώπου ασκήθηκε αγωγή με την οποία ο ενάγων ζητούσε αποζημίωση λόγω ηθικής βλάβης, επικαλούμενος την προσβολή προσωπικότητας του εξαιτίας αδικοπραξίας του προσώπου, συνιστάμενη σε συκοφαντική δυσφήμιση.

Το πρόσωπο κατά του οποίου ασκήθηκε η αγωγή, απευθύνθηκε στο γραφείο μας το οποίο ανέλαβε την νομική του υποστήριξη στην αγωγή. Με τις προτάσεις μας ενώπιον του Δικαστηρίου, υποστηρίξαμε ότι τα επικαλούμενα πραγματικά περιστατικά δεν συνιστούν συκοφαντική δυσφήμιση και ότι η αγωγή του ενάγοντα πάσχει από αοριστία.

Πράγματι, η υπ’ αριθμόν 16063/2020 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, που εκδόθηκε επί της ανωτέρω αίτησης έκανε δεκτή την ένσταση μας περί αοριστίας και απέρριψε την αγωγή ως απαράδεκτη.

Αριθμός Απόφασης 16063/2020

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τη Δικαστή ………….

ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια, στο ακροατήριό του, στις 15 Οκτωβρίου 2020, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των:

ΕΝΑΓΟΝΤΟΣ: ………… για λογαριασμό του οποίου προκατέθεσε προτάσεις κατ’ άρθρο 237 παρ,1 ΚΠολΔ ο πληρεξούσιος δικηγόρος …………

ΕΝΑΓΟΜΕΝΟΥ: ………………για λογαριασμό του οποίου προκατέθεσε προτάσεις κατ’ άρθρο 237 παρ. 1 ΚΠολΔ ο πληρεξούσιος δικηγόρος του Γεώργιος Παπασίμος (Α.Μ. ΔΣΑ12081) δυνάμει της από 18/9/2018 εξουσιοδότησης.

[……]

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑΤΟ ΝΟΜΟ

Κατά το άρθρ. 57 ΑΚ, όποιος προσβάλλεται παράνομα στην προσωπικότητά του έχει το δικαίωμα να απαιτήσει να αρθεί η προσβολή και να μην επαναληφθεί στο μέλλον, επιπλέον δε, κατά το άρθρο 59 ΑΚ, το δικαστήριο με την απόφασή του, ύστερα από αίτηση αυτού που έχει προσβληθεί και αφού λάβει υπόψη το είδος της προσβολής, μπορεί να καταδικάσει τον υπαίτιο και σε ικανοποίηση της ηθικής βλάβης του προσβληθέντος και ειδικότερα να τον υποχρεώσει (τον υπαίτιο) σε πληρωμή χρηματικού ποσού, σε δημοσίευμα ή σε ο,τιδήποτε άλλο επιβάλλεται από τις περιστάσεις. Προστατεύεται έτσι με τα παραπάνω άρθρα η προσωπικότητα και κατ’ επέκταση η αξία του ανθρώπου ως ατομικό δικαίωμα κατοχυρωμένο από το άρθρ. 2 § 1 του Συντάγματος (ΑΠ 1735/2009 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), αποτελεί δε η προσωπικότητα πλέγμα αγαθών που συνθέτουν την υπόσταση του προσώπου και είναι αναπόσπαστα συνδεδεμένα μαζί του. Τα αγαθά αυτά δεν αποτελούν μεν αυτοτελή δικαιώματα, αλλά επί μέρους εκδηλώσεις – εκφάνσεις (πλευρές) του ενιαίου δικαιώματος επί της προσωπικότητας, όμως η προσβολή της προσωπικότητας σε σχέση με οποιαδήποτε από τις εκδηλώσεις αυτές συνιστά προσβολή της συνολικής έννοιας της προσωπικότητας. Ο νόμος καθιερώνει αντικειμενική ευθύνη του προσβάλλοντας, μόνο ως προς την αξίωση άρσης της προσβολής και παράλειψής της στο μέλλον, ενώ για την αξίωση χρηματικής, λόγω ηθικής βλάβης, ικανοποίησης, απαιτεί και το στοιχείο της υπαιτιότητας (ΟλΑΠ 812/1980, ΝοΒ 1981 σελ. 79, ΑΠ 726/2015, ΑΠ 265/2015, ΑΠ 1735/2009, ΑΠ 1599/2000, ΕφΑθ 1028/2016 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Προϋποθέσεις συνεπώς για την προστασία της προσωπικότητας με τις διατάξεις των παραπάνω άρθρων είναι: α) η ύπαρξη προσβολής της προσωπικότητας με πράξη ή παράλειψη άλλου που διαταράσσει μια ή περισσότερες εκδηλώσεις της σωματικής, ψυχικής, πνευματικής και κοινωνικής ατομικότητας του βλαπτόμενου κατά τη στιγμή της προσβολής, β) η προσβολή να είναι παράνομη που συμβαίνει όταν γίνεται χωρίς δικαίωμα ή με βάση δικαίωμα, το οποίο όμως είτε είναι μικρότερης σπουδαιότητας στο πλαίσιο της έννομης τάξης είτε ασκείται καταχρηστικά κατά την έννοια των άρθρ. 281 ΑΚ και 25 § 3. του Συντάγματος και γ) πταίσμα του προσβολέα όταν πρόκειται ειδικότερα για επιδίκαση χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης εξ αιτίας της παράνομης προσβολής της προσωπικότητας (ΟλΑΠ 2/2008, ΑΠ 333/2010, ΑΠ 1007/2010 ΑΠ 1599/2000 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Στην περίπτωση αυτή η παράνομη και συγχρόνως υπαίτια προσβολή της προσωπικότητας συνιστά ασφαλώς ειδικότερη μορφή αδικοπραξίας, οπότε συνδυαστικά εφαρμόζονται και οι διατάξεις των άρθρων 914, 919, 920 και 932 ΑΚ, ιδίως για την αποκατάσταση της τυχόν υλικής ζημίας του προσβληθέντος (άρθρο 57 παρ. 2 ΑΚ), ενώ αδιάφορη για το χαρακτήρα της προσβολής ως παράνομης είναι η φύση της διάταξης που ενδέχεται με την προσβολή να παραβιάζεται και η οποία έτσι μπορεί να ανήκει σε οποιοδήποτε κλάδο ή τμήμα του δικαίου. Συνεπώς παράνομη προσβολή της προσωπικότητας δημιουργείται και από ποινικά κολάσιμη πράξη, όπως συμβαίνει όταν το άτομο προσβάλλεται στην τιμή και στην υπόληψή του με εξυβριστικές εκδηλώσεις ή με ισχυρισμούς δυσφημιστικούς ή πολύ περισσότερο συκοφαντικούς κατά την έννοια των άρθρων 361 – 363 του Ποινικού Κώδικα (βλ. ΑΠ 1394/2017, ΑΠ 726/2015, ΑΠ 1216/2014, ΑΠ 1230/2014, ΑΠ 1750/2014, ΑΠ 121/2012, ΑΠ 271/2012 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

Περαιτέρω, από τις διατάξεις των άρθρων 111 § 2, 118 εδ. δ’ και 216 § 1 εδ. β του ΚΠολΔ, προκύπτει ότι το δικόγραφο της αγωγής, πρέπει, μεταξύ των άλλων, να περιέχει και ακριβή περιγραφή του αντικειμένου της διαφοράς, ώστε να μπορεί ο εναγόμενος να αμυνθεί και το δικαστήριο να κρίνει τη νομιμότητά της και να διεξαγάγει τις αναγκαίες αποδείξεις. Η ακριβής περιγραφή του αντικειμένου της διαφοράς, ως στοιχείο της ιστορικής βάσεως της αγωγής, συντελείται με την παράθεση στο αγωγικό δικόγραφο όλων των πραγματικών περιστατικών, που είναι, κατά νόμον, αναγκαία για τη θεμελίωση του εκάστοτε αξιουμένου με την αγωγή δικαιώματος. Ειδικά, προκειμένου για αγωγή, επιχειρούμενη να θεμελιωθεί στα άρθρα 57, 59 και 914 ΑΚ, για το ορισμένο αυτής, πρέπει να αναφέρονται: α) συγκεκριμένα περιστατικά, με τα οποία ο εναγόμενος προσέβαλε την προσωπικότητα του ενάγοντα, β) ότι η προσβολή αυτή είναι παράνομη, γ) προκειμένου για επιδίκαση χρηματικής ικανοποίησης, λόγω ηθικής βλάβης, ότι υπάρχει υπαιτιότητα του εναγόμενου και επιπλέον η προσβολή να είναι σημαντική (ΑΠ 1599/2000, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ) και δ) ορισμένο αίτημα, είτε για άρση της γενόμενης προσβολής, είτε με παράλειψη κάθε πράξης σχετικής, είτε καταδίκη του εναγόμενου σε πληρωμή χρηματικού ποσού ως χρηματική ικανοποίηση, λόγω ηθικής βλάβης. Συνακόλουθα, με βάση και τη ρύθμιση του ως άνω άρθρου 216 § 1α του ΚΠολΔ, στη σχετική αγωγή περί χρηματικής ικανοποίησης λόγω (απλής και συκοφαντικής) δυσφήμησης, πρέπει, για τη διαδικαστική πληρότητα του δικογράφου της, να εκτίθενται με σαφήνεια τα πραγματικά εκείνα γεγονότα, με τα οποία εξειδικεύονται οι ανωτέρω αόριστες νομικές έννοιες της παρανομίας, της υπαιτιότητας και του (πρόσφορου) αιτιώδους συνδέσμου, μεταξύ της εν λόγω συμπεριφοράς και της ηθικής βλάβης. Η έκθεση των γεγονότων αυτών είναι αναγκαία, προκειμένου να παρασχεθεί η δυνατότητα, στο μεν εναγόμενο να αμυνθεί, στο δε δικαστήριο να διαγνώσει τη νομική και ουσιαστική βασιμότητα της αγωγής (ΑΠ 1863/2007, ΕφΑθ 2190/2010 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

Τέλος, προκειμένης αγωγής χρηματικής ικανοποιήσεως, ένεκα ηθικής βλάβης, συνεπεία τελεσθείσης αδικοπραξίας, συνισταμένης στην υπό του εναγομένου εν γνώσει ή από υπαίτια άγνοια υποστήριξη ή διάδοση αναληθούς γεγονότος ενώπιον τρίτου, σε βάρος ατόμου που μπορεί να βλάψει την τιμή ή την υπόληψή του (άρθρα 914, 932 ΑΚ) και που προσβάλλει παράλληλα την προσωπικότητά του (άρθρα 57, 59, 914 ΑΚ), απαιτείται επιπλέον, για το ορισμένο αυτής, από απόψεως περιγραφής του αντικειμένου της διαφοράς, η αναφορά στο αγωγικό δικόγραφο της υπαίτιας και παράνομης αδικοπρακτικής σε βάρος του παθόντος, συμπεριφοράς του εναγομένου, ήτοι η υπ αυτού υποστήριξη ή διάδοση, εν γνώσει της αναλήθειας του, ή από υπαίτια άγνοιά του, αναληθούς γεγονότος, ενώπιον τρίτου, που μπορούσε να βλάψει τιμή ή την υπόληψή του (ΑΠ 265/2015, ΑΠ 882/2013, ΠΠρΑθ 1767/2015 ΝΟΜΟΣ).

Με την υπό κρίση αγωγή του, ο ενάγων ισχυρίζεται ότι ο εναγόμενος υπέβαλε την …………. την από την ίδια ημερομηνία μήνυσή του, δυνάμει της οποίας, με εισαγγελική παραγγελία, διενεργήθηκε σε βάρος του προκαταρκτική εξέταση, στην οποία περιλαμβάνονται οι αναφερόμενοι στην αγωγή ψευδείς ισχυρισμοί με τους οποίους επιχείρησε να στοιχειοθετήσει την τέλεση από μέρους του ενάγοντος, του αδικήματος της απάτης με φερόμενο θύμα τον ίδιο, με αποτέλεσμα να προσβληθεί η προσωπικότητά του και να υποστεί ηθική βλάβη, για την αποκατάσταση της οποίας, ζητεί, κατόπιν νόμιμου παραδεκτού περιορισμού του αιτήματος της αγωγής, που εχώρησε με τις προτάσεις του (άρ. 223 ΚΠολΔ), από καταψηφιστικό σε αναγνωριστικό, να αναγνωριστεί η  υποχρέωση του εναγόμενου να του καταβάλει το ποσό των 80.000,00 ευρώ με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής, να κηρυχθεί η απόφαση προσωρινώς εκτελεστή και να καταδικαστεί ο εναγόμενος στην δικαστική του δαπάνη.

Με το ως άνω περιεχόμενο και αιτήματα η αγωγή αρμοδίως και παραδεκτώς εισάγεται για να δικαστεί ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου που είναι καθ’ ύλην και κατά τόπο αρμόδιο (άρ. 14 παρ.2, 22 ΚΠολΔ), κατά την προκειμένη τακτική διαδικασία. Ωστόσο, η υπό κρίση αγωγή με το ως άνω περιεχόμενο, είναι απαράδεκτη λόγω αοριστίας, καθώς, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην μείζονα σκέψη και κατά παραδοχή του σχετικού ισχυρισμού του εναγομένου, δεν περιέχει σαφή έκθεση των γεγονότων, τα οποία την θεμελιώνουν και δικαιολογούν την άσκηση της από τον ενάγοντα, καθώς σε κανένα σημείο της υπό κρίση αγωγής δεν εξειδικεύονται τα πραγματικά εκείνα περιστατικά, τα οποία στοιχειοθετούν την παράνομη και υπαίτια συμπεριφορά του εναγομένου, η οποία και ενεργοποιεί την ευθύνη του προς καταβολή αποζημίωσης για αποκατάσταση της ηθικής βλάβης του ενάγοντας. Πλέον συγκεκριμένα, στην αγωγή γίνεται αποσπασματική μόνο αναφορά σε κάποιους ισχυρισμούς που διαλαμβάνονται στη μήνυση που υπέβαλε ο εναγόμενος σε βάρος του ενάγοντος, οι οποίοι χαρακτηρίζονται από τον τελευταίο ως ψευδείς, χωρίς ωστόσο να γίνεται ακριβής παράθεση των ισχυρισμών που περιλαμβάνονται στην μήνυση και ποια είναι τα γεγονότα που απαρτίζουν το περιεχόμενο των ισχυρισμών του, ώστε να διακριβωθεί το περιεχόμενό της, προκειμένου να διαγνωσθεί εάν αυτό είναι προσβλητικό και δυσφημιστικό για τον ενάγοντα ή όχι, ήτοι να καταστεί σαφές ποιο είναι το ψευδές αντικειμενικά περιεχόμενο της μήνυσης και ποιο το αληθές, καθώς από μόνη την παραπάνω αποσπασματική παράθεση των μεμονωμένων ισχυρισμών αυτών, οι οποίοι καθαυτοί δεν είναι προσβλητικοί, δεν μπορεί να διαπιστωθεί πως αυτοί συνέχονται μεταξύ τους και κατά πόσο είναι αυτοί, ως περιεχόμενο της μήνυσης για τη δόμηση κατηγορίας σε βάρος του ενάγοντος, πρόσφοροι να προσβάλλουν την τιμή και την υπόληψή του τελευταίου, ούτε περαιτέρω καθίσταται σαφές πως οι εν λόγω αναφερόμενοι ισχυρισμοί συνδέονται αιτιωδώς με την ηθική βλάβη που επικαλείται ότι υπέστη ο ίδιος εξαιτίας τους. Ως εκ τούτου, δεν αναφέρονται στην αγωγή, περιστατικά που στοιχειωδώς να εξατομικεύουν την παράνομη πράξη του εναγόμενου και σε τι συνίσταται η αναλήθεια των γεγονότων που θεμελιώνουν την μήνυσή του, μόνη δε η αναφορά στο αγωγικό δικόγραφο κατά τρόπο γενικό και επιγραμματικό των ανωτέρω ισχυρισμών δεν αρκεί. Περαιτέρω δε, δεν αναφέρεται στην αγωγή, κατά τρόπο σαφή και ορισμένο κανένα πραγματικό περιστατικό από το οποίο να προκύπτει η μορφή υπαιτιότητας, η οποία βαρύνει τον εναγόμενο και δη αναφορικά με το αδίκημα της συκοφαντικής δυσφήμισης, η γνώση από τον εναγόμενο, του ψεύδους των αναληθών γεγονότων, που αποτελεί απαραίτητο στοιχείο για τη στοιχειοθέτηση αυτού και συνεπώς για το ορισμένο του. Η αναφορά των προαναφερόμενων στοιχείων είναι απαραίτητη, καθώς έτσι καθίσταται εφικτό, στον μεν εναγόμενο να απαντήσει στην αγωγή, στο δε Δικαστήριο να τάξει, σε περίπτωση αμφισβήτησης, τις δέουσες αποδείξεις, η παραπάνω δε αοριστία δεν μπορεί να συμπληρωθεί, ούτε με τις έγγραφες προτάσεις, ούτε με παραπομπή σε άλλα έγγραφα της δίκης, ούτε από την εκτίμηση των αποδείξεων.

Κατόπιν των ανωτέρω η αγωγή πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη λόγω αοριστίας. Τα δικαστικά έξοδα του εναγομένου, κατόπιν υποβολής νόμιμου αιτήματος του τελευταίου με τις προτάσεις του, πρέπει να επιβληθούν σε βάρος του ενάγοντας λόγω της ήπας του (άρ. 176 ΚΠολΔ), κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα στο διατακτικό της παρούσας.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την αγωγή.

ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ τον ενάγοντα, στα δικαστικά έξοδα του εναγομένου, τα οποία ορίζει στο ποσό των χιλίων (1.000,00) ευρώ.

Σημείωση

Το παρόν κείμενο τίθεται προς ενημερωτικούς αποκλειστικά σκοπούς και δεν μπορεί να θεωρηθεί ως οδηγός ή συμβουλή για το χειρισμό αντίστοιχης υπόθεσης, καθώς το σύνολο των παραμέτρων είναι διαφορετικό σε κάθε ζήτημα.

Αν αντιμετωπίζετε υπόθεση αντίστοιχου αντικείμενου και αναζητείτε δικηγόρο, μπορείτε να Επικοινωνήσετε με το γραφείο μας.